1Εις τον πρώτον μουσικόν, επί Νεγινώθ. Ψαλμός ωδής του Ασάφ. Γνωστός είναι εν τη Ιουδαία ο Θεός· εν τω Ισραήλ μέγα το όνομα αυτού. 2Η δε σκηνή αυτού είναι εν Σαλήμ, και το κατοικητήριον αυτού εν Σιών. 3Εκεί συνέτριψε τα βέλη του τόξου, την ασπίδα και την ρομφαίαν και τον πόλεμον. Διάψαλμα. 4Είσαι λαμπρότερος υπέρ τα όρη των αρπακτήρων. 5Οι θρασυκάρδιοι εγυμνώθησαν· εκοιμήθησαν τον ύπνον αυτών· και ουδείς των ρωμαλέων ανδρών εύρηκε τας χείρας αυτού. 6Από επιτιμήσεώς σου, Θεέ του Ιακώβ, έπεσον εις βαθύτατον ύπνον και η άμαξα και ο ίππος. 7Συ είσαι φοβερός· και τις δύναται να σταθή έμπροσθέν σου, όταν οργισθής; 8Εξ ουρανού έκαμες να ακουσθή κρίσις· η γη εφοβήθη και ησύχασεν, 9ότε εσηκώθη εις κρίσιν ο Θεός, διά να σώση πάντας τους πράους της γης. Διάψαλμα. 10Βεβαίως ο θυμός του ανθρώπου θέλει καταντήσει εις έπαινον σου· θέλεις χαλινώσει το υπόλοιπον του θυμού. 11Κάμετε ευχάς και απόδοτε εις Κύριον τον Θεόν σας· πάντες οι κύκλω αυτού ας φέρωσι δώρα εις τον φοβερόν· 12τον αφαιρούντα το πνεύμα των αρχόντων, τον φοβερόν εις τους βασιλείς της γης.