1Και συ προσάγαγε προς σεαυτόν Ααρών τον αδελφόν σου και τους υιούς αυτού μετ' αυτού, εκ μέσου των υιών Ισραήλ, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ, Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, Ελεάζαρ και Ιθάμαρ, τους υιούς του Ααρών. 2Και θέλεις κάμει στολήν αγίαν εις τον Ααρών τον αδελφόν σου προς δόξαν και τιμήν. 3Και συ λάλησον προς πάντας τους σοφούς την καρδίαν, τους οποίους εγώ ενέπλησα από πνεύματος σοφίας, να κάμωσι την στολήν του Ααρών, διά να καθιερώσης αυτόν, ώστε να ιερατεύη εις εμέ. 4Και αύτη είναι η στολή την οποίαν θέλουσι κάμει· περιστήθιον και εφόδ και ποδήρης και χιτών κεντητός, μίτρα και ζώνη· και θέλουσι κάμει στολάς αγίας εις τον Ααρών τον αδελφόν σου, και εις τους υιούς αυτού, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. 5Και αυτοί θέλουσι λάβει το χρυσίον και το κυανούν και το πορφυρούν και το κόκκινον και την βύσσον. 6Και θέλουσι κάμει το εφόδ εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού, εκ κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης, εντέχνου εργασίας· 7θέλει έχει τας δύο επωμίδας αυτού συναπτάς κατά τα δύο άκρα αυτού, ώστε να συνάπτωνται. 8Και η κεντητή ζώνη του εφόδ, η επ' αυτό, θέλει είσθαι εκ του αυτού, κατά την εργασίαν αυτού· εκ χρυσίου, εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης. 9Και θέλεις λάβει δύο ονυχίτας λίθους, και θέλεις εγχαράξει επ' αυτούς τα ονόματα των υιών Ισραήλ· 10εξ εκ των ονομάτων αυτών επί του ενός λίθου και τα λοιπά εξ ονόματα επί του άλλου λίθου, κατά τας γενέσεις αυτών· 11με εργασίαν λιθογλύφου κατά την γλυφήν της σφραγίδος, θέλεις εγχαράξει τους δύο λίθους με τα ονόματα των υιών Ισραήλ· θέλεις εναρμόσει αυτούς εις χρυσούς οικίσκους. 12Και θέλεις θέσει τους δύο λίθους επί των επωμίδων του εφόδ, λίθους μνημοσύνης εις τους υιούς Ισραήλ· και ο Ααρών θέλει βαστάζει τα ονόματα αυτών ενώπιον του Κυρίου επί των δύο ώμων αυτού εις μνημόσυνον. 13Και θέλεις κάμει οικίσκους χρυσούς· 14και δύο αλύσεις εκ καθαρού χρυσίου επί των άκρων· εργασίαν πλεκτήν θέλεις κάμει αυτάς, και θέλεις συνάψει τας πλεκτάς αλύσεις με τους οικίσκους. 15Και θέλεις κάμει το περιστήθιον της κρίσεως εντέχνου εργασίας· κατά την εργασίαν του εφόδ θέλεις κάμει αυτό· εκ χρυσίου, κυανού, και πορφυρού και κοκκίνου και βύσσου κεκλωσμένης θέλεις κάμει αυτό· 16τετράγωνον θέλει είσθαι διπλούν· μιας σπιθαμής το μήκος αυτού και μιας σπιθαμής το πλάτος αυτού. 17Και θέλεις εναρμόσει εις αυτό λίθους, τέσσαρας σειράς λίθων· σειρά σαρδίου, τοπαζίου και σμαράγδου θέλει είσθαι πρώτη σειρά· 18και η δευτέρα σειρά, άνθραξ, σάπφειρος και αδάμας· 19και η τρίτη σειρά, λιγύριον, αχάτης και αμέθυστος· 20και η τετάρτη σειρά, βηρύλλιον και όνυξ και ίασπις· ενηρμοσμένοι θέλουσιν είσθαι εις τους χρυσούς οικίσκους αυτών· 21και οι λίθοι θέλουσιν είσθαι με τα ονόματα των υιών Ισραήλ, δώδεκα, κατά τα ονόματα αυτών, κατά την γλυφήν της σφραγίδος· έκαστος με το όνομα αυτού θέλουσιν είσθαι κατά τας δώδεκα φυλάς 22Και θέλεις κάμει επί το περιστήθιον αλύσεις κατά τα άκρα, πλεκτής εργασίας εκ χρυσίου καθαρού. 23Και θέλεις κάμει επί το περιστήθιον δύο κρίκους χρυσούς, και θέλεις περάσει τους δύο κρίκους εις τα δύο άκρα του περιστηθίου. 24Και θέλεις περάσει τας δύο πλεκτάς αλύσεις χρυσάς εις τους δύο κρίκους, τους εις τα άκρα του περιστηθίου. 25Και τα άλλα δύο άκρα των δύο πλεκτών αλύσεων θέλεις συνάψει με τους δύο οικίσκους και θέλεις βάλει αυτούς εις τας επωμίδας του εφόδ έμπροσθεν αυτού. 26Και θέλεις κάμει δύο κρίκους χρυσούς και θέλεις βάλει αυτούς επί των δύο άκρων του περιστηθίου εις το χείλος αυτού, το οποίον είναι κατά το μέρος του εφόδ έσωθεν· 27και θέλεις κάμει δύο άλλους κρίκους χρυσούς, και θέλεις βάλει αυτούς εις τα δύο πλάγια του εφόδ κάτωθεν, προς το εμπροσθινόν μέρος αυτού, αντικρύ της άλλης ενώσεως αυτού, άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ. 28Και θέλουσι δένει το περιστήθιον διά των κρίκων αυτού εις τους κρίκους του εφόδ με ταινίαν εκ κυανού, διά να ήναι άνωθεν της κεντητής ζώνης του εφόδ και διά να μη ήναι το περιστήθιον κεχωρισμένον από του εφόδ. 29Και ο Ααρών θέλει βαστάζει τα ονόματα των υιών Ισραήλ εν τω περιστηθίω της κρίσεως επί της καρδίας αυτού, όταν εισέρχηται εις το άγιον, εις μνημόσυνον ενώπιον του Κυρίου διαπαντός. 30Και θέλεις βάλει εις το περιστήθιον της κρίσεως το Ουρίμ και το Θουμμίμ, και θέλουσιν είσθαι επί της καρδίας του Ααρών, όταν εισέρχηται ενώπιον του Κυρίου· και ο Ααρών θέλει βαστάζει την κρίσιν των υιών Ισραήλ επί της καρδίας αυτού ενώπιον του Κυρίου διαπαντός. 31Και θέλεις κάμει τον ποδήρη του εφόδ όλον εκ κυανού. 32Και θέλει είσθαι εις την κορυφήν αυτού άνοιγμα κατά το μέσον αυτού· θέλει έχει ταινίαν υφαντήν κύκλω του ανοίγματος αυτού, καθώς είναι το άνοιγμα του θώρακος, διά να μη σχίζηται. 33Και θέλεις κάμει επί των κρασπέδων αυτού ρόδια εκ κυανού και πορφυρού και κοκκίνου επί των κρασπέδων αυτού κύκλω· και κώδωνας χρυσούς μεταξύ αυτών κύκλω· 34χρυσούν κώδωνα και ρόδιον, χρυσούν κώδωνα και ρόδιον, επί των κρασπέδων του ποδήρους κύκλω. 35Και θέλει είσθαι επί του Ααρών διά να λειτουργή· και ο ήχος αυτού θέλει είσθαι ακουστός, όταν εισέρχηται εις το άγιον ενώπιον του Κυρίου και όταν εξέρχηται, διά να μη αποθάνη. 36Και θέλεις κάμει πέταλον εκ χρυσίου καθαρού και θέλεις εγχαράξει επ' αυτό, ως χάραγμα σφραγίδος, ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ. 37Και θέλεις βάλει αυτό επί κυανής ταινίας, διά να ήναι επί της μίτρας· εις το έμπροσθεν μέρος της μίτρας θέλει είσθαι. 38Και θέλει είσθαι επί του μετώπου του Ααρών, διά να σηκόνη ο Ααρών την ανομίαν των αγίων πραγμάτων, τα οποία οι υιοί του Ισραήλ θέλουσιν αγιάζει εις πάσας αυτών τας αγίας προσφοράς· και θέλει είσθαι διαπαντός επί του μετώπου αυτού, διά να ήναι δεκταί ενώπιον του Κυρίου. 39Και θέλεις υφάνει τον χιτώνα εκ βύσσου και θέλεις κάμει μίτραν εκ βύσσου και θέλεις κάμει ζώνην εργασίας κεντητού. 40Και διά τους υιούς του Ααρών θέλεις κάμει χιτώνας και θέλεις κάμει δι' αυτούς ζώνας και μιτρίδια θέλεις κάμει δι' αυτούς προς δόξαν και τιμήν. 41Και θέλεις ενδύσει αυτά τον Ααρών τον αδελφόν σου και τους υιούς αυτού μετ' αυτού, και θέλεις χρίσει αυτούς και θέλεις καθιερώσει αυτούς και αγιάσει αυτούς, διά να ιερατεύωσιν εις εμέ. 42Και θέλεις κάμει εις αυτούς λινά περισκελή, διά να σκεπάζωσι την γύμνωσιν της σαρκός αυτών· από της οσφύος μέχρι των μηρών θέλουσι φθάνει· 43και θέλουσιν είσθαι επί του Ααρών και επί των υιών αυτού, όταν εισέρχωνται εις την σκηνήν του μαρτυρίου ή όταν πλησιάζωσιν εις το θυσιαστήριον διά να λειτουργήσωσιν εν τω αγίω, διά να μη φέρωσιν εφ' εαυτούς ανομίαν και αποθάνωσι τούτο θέλει είσθαι νόμος παντοτεινός εις αυτόν και εις το σπέρμα αυτού μετ' αυτόν.